Ας θεωρήσουμε ότι είχατε ένα μαχητικό τελευταίας τεχνολογίας, πάρα πολύ ακριβό, προσφάτως εξοπλισμένο, το οποίο να θεωρείται ανάμεσα στα καλύτερα της κατηγορίας του. Εσείς ήσαστε ο υπεύθυνος να βρείτε τον οδηγό του, αυτόν που θα του εμπιστευτείτε το πανάκριβο αυτό μηχάνημα προκειμένου και να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις τεράστιες δυνατότητές του, αλλά και να επιτύχει στους στόχους που έχετε θέσει διαγωνιζόμενο με άλλα κορυφαία τεχονολογικά επιτεύγματα. Ποιόν θα επιλέγατε? Έναν άπειρο, ίσως φέρελπι, δυναμικό, πιθανώς ικανό πιλότο, με μεγάλη επιθυμία και όρεξη να αναλάβει το εν λόγω εγχείρημα, επιχειρώντας ίσως και μερικές καινοτομίες? Ή μήπως έναν έμπειρο, μπαρουτοκαπνισμένο, δοκιμασμένο στη μάχη και σε ανάλογες καταστάσεις πιλότο, ο οποίος έχει να επιδείξει μια μεγάλη καριέρα? Υπάρχει και ένα λαϊκό άσμα που λέει ότι ο νέος είναι ωραίος, μα πάντα ευτυχώς ο παλιός είναι αλλιώς, αν και αυτά γούστα είναι.
Παραλληλίζοντας το πιο πάνω παράδειγμα με την κατάσταση που βιώνει ο ΟΣΠΦ, τι θα προτιμούσατε? Σας ζητώ να ΜΗΝ παρασυρθείτε ούτε από τη μεγάλη νίκη επί της Βαλένθια ούτε από την ήττα στον πόντο από τη Κηφισιά, καθώς μιλάμε για μια ολόκληρη χρονιά με πάμπολλους αγώνες σε Ελλάδα και Ευρώπη. Ας προσπαθήσουμε να δούμε το δάσος και όχι το δέντρο. Στη θέση των αφων Αγγελόπουλων, που αυτή τη στιγμή έχουν την καυτή πατάτα της επιλογής νέου προπονητή για την ομάδα μπάσκετ ή μονιμοποίησης του Μίλαν Τόμιτς, τι θα επιλέγατε? Ο τίτλος μάλλον φανερώνει τις σκέψεις μου. Ούτε τον συμπαθή κατά τα άλλα Μίλαν, ούτε τα σακάκια που φοράει. Και εξηγούμαι.
Οι Αμερικανοί με τα τσιτάτα τους λένε «You cannot buy experience». Ίσως να ήταν ιδανικό να μπορούσες να αγοράσεις την εμπειρία, να τη μεταλαμπαδεύσεις στον δικό σου εκλεκτό και έτσι να φτιάξεις την ιδανική επιλογή. Δυστυχώς δε γίνεται. Αυτό που γίνεται είναι να εξετάσεις τα δεδομένα και βάσει αυτών να προχωρήσεις στις καλύτερες από τις προτεινόμενες λύσεις. Ποια είναι τα δεδομένα?
Ο ΟΣΠΦ είναι ένα τεράστιο όνομα, με φανέλα, κόσμο, στιβαρή διοίκηση, οικονομική ευρωστία και με στόχους και φιλοδοξίες. Από την αρχή της σαιζόν η ομάδα χτίστηκε με σκοπό να επανακτήσει τα σκήπτρα στην Ελλάδα και να παλέψει για την είσοδό της στο Final-4. Το ρόστερ κατά βάση διατηρήθηκε το ίδιο με πέρυσι με μερικές μόνο προσθαφαιρέσεις. Πυρήνας νέων παιχτών υπάρχει, ξεκάθαρος αγωνιστικός ηγέτης υπάρχει, έμειναν και 3 ξένοι (Ντάνστον-Λοτζέσκι-Σίμονς), άρα και η ομοιογένεια δεν είναι καθόλου άγνωστη λέξη.
Κλυδωνισμός. Η ομάδα έχασε νωρίς έναν από τους δύο εγχώριους τίτλους. Από τον αιώνιο αντίπαλο, αποδεκατισμένο σχεδόν από τραυματισμούς, κεκλεισμένων των θυρών, σε αγώνα που εξ αρχής –αλλά και κατά τη διάρκεια- ήταν το φαβορί. Απότοκος αυτής της αποτυχίας η παραίτηση του εδώ και 2 χρόνια προπονητή που ακολούθησε μερικών μάλλον δυσφημηστικών –για το σύλλογο- επεισοδίων με τους οπαδούς. Ψίθυροι για προβληματικές σχέσεις με τον αρχηγό της ομάδος. Η ομάδα αντιδρά και κερδίζει σε πολύ δύσκολη έδρα στην Ευρώπη, αλλά δύο μέρες μετά χάνει εκτός έδρας στην Ελλάδα. Όλο αυτό το διάστημα παρελαύνουν ουκ ολίγα ονόματα προπονητών, παρά τη διαφαινόμενη και δεδομένη επιθυμία του αναβαπτισθέντος σε πρώτο προπονητή Τόμιτς να παραμείνει. Μια θολούρα, ανακατωσούρα, ένα κουνιαρχτό και έχουμε μόλις παίξει τους πρώτους 4 αγώνες της σαιζόν. Γνώμες ακούγονται από παντού. Όλοι αναλύουν, σκέπτονται, προτείνουν. Τα δεδομένα.
Τι ζητάς? Σταθερότητα. Εμπειρία. Πυγμή. Προσωπικότητα. Μια ασπίδα ικανή να απορροφήσει τους τριγμούς και ένα στιβαρό χέρι για να κρατήσει την πυξίδα και σε αγωνιστικό επίπεδο αλλά και σε ψυχολογικό. Το ξέρω ότι ο Ίβκοβιτς δουλεύει στην Εφές και ο Σιζέφσκι με κάτι κολλεγιόπαιδα, αλλά δεν είναι μόνο αυτοί. Προσωπικά, η κίνηση που προσπάθησαν –άραγε δεν ευοδώθηκε οριστικά?- να κάνουν οι διοικητικοί ταγοί της ομάδος μου φάνηκε πέρα ως πέρα σωστή. Μπορεί το μικρό όνομά του να μην είναι και το πιο αρρενωπό ώς προς την εκφορά, εντούτοις ποιός μπορεί να αμφισβητήσει τα γαλόνια που εδώ και σχεδόν 30-35 χρόνια έχει κερδίσει σε όλα τα γήπεδα της Ελλάδος, αλλά και της Ευρώπης παλιότερα, ο Σούλης Μαρκόπουλος? Ποιος μπορεί να ξεκινήσει μια συζήτηση σχετικά με την επιλεξιμότητά του και τις προοπτικές που αυτή ανοίγει?
ΟΚ, το δέχομαι είναι αντιτουριστικός στη φάτσα, έχει άσπρες τρίχες –ενώ οι ξανθές/χρυσαφί του Ντούντα ε??- και μιλάει λίγο ψευδά και γρήγοροα, αλλά το δεν τον θες να πλαισιώσει τις μαζορέτες στα σόου που κάνουν στα ημίχρονα. Τον θες γιατί αν κάτι έχει καταφέρει, αν κάτι έχει κερδίσει όλα αυτά τα χρόνια ο Σούλης είναι να γράφει στην ταυτότητά του «προπονητής». Όχι πρώην παίχτης, πρώην team manager, βοηθός προπονητής, μαθητευόμενος μάγος, γέννημα των απανταχού managers, κατασκεύασμα των μέσων μαζικής ενημέρωσης ή κολλητός των δημοσιογράφων. Έχει ένα βιογραφικό με 600+ αγώνες στο Ελληνικό πρωτάθλημα, διανθισμένο με κατάκτησεις εγχώριων τίτλων αλλά και ενός ευρωπαϊκού, με αμέτρητες εργατοώρες στα γήπεδα, με ομάδες που παρουσίασαν πολύ όμορφο μπάσκετ, έχοντας δουλέψει για μεγάλους συλλόγους και υπό την ανυπόμονη πίεση για αποτελέσματα και πρωταθλητισμό, έχει δουλέψει και υπό αντίξοες συνθήκες για συλλόγους που πάλευαν για την επιβίωσή τους, αγωνιστική και οικονομική. Με φτασμένους παίχτες εγνωσμένης και μεγάλης χρηματιστηριακής αξίας αλλά και με πολύ πιο άγνωστους συναδέλφους αυτών. Στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη.
Πιστεύει κανείς ότι μπορεί ένας άνθρωπος με αυτές τις παραστάσεις και τις εμπειρίες να μην μπορέσει να ανταποκριθεί στα ζητούμενα μιας ομάδος σαν τον ΟΣΦΠ? Όπως λέει και ο αδελφός μου συχνά «ο Σούλης κατάφερε να κάνει τον Μπόγρη παίχτη σε βαθμό που τον πλήρωσαν να πάει να παίξει μπάσκετ στην Ισπανία, τι άλλο να πούμε?». Όσον αφορά μερικές ενστάσεις που μπορεί να υπάρχουν όσον αφορά την τρυφερή ηλικία των 63 του χρόνων καθώς και το κατά πόσο μπορεί να συμβαδίζει με τις νέες τακτικές προσεγγίσεις νεότερων συναδέλφων του (ευέλικτα σχήματα-undersized centers), καλό είναι να ανατρέξουμε στις πιο πρόσφατες δουλειές του στον ΠΑΟΚ και στο μπάσκετ που έπαιξε ιδίως τα τελευταία δύο χρόνια η ομάδα του. Με πρωταγωνιστές στο παρκέ τον Μπόγρη, τον Τσαϊρέλη, τον Μαργαρίτη, τον Δέδα, τον γερό-Χαραλαμπίδη, τον Κασελάκη. Ένας ολόκληρος αγωνιστικός μηχανισμός στήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τον ίδιο –επίσης Πρέλεβιτς και Σταυρόπουλο- ξεκινώντας από δύσβατα μονοπάτια έως την καθιέρωση. Και δεν είναι η πρώτη φορά που πετυχαίνει κάτι τέτοιο.
Κάτι ακόμα που στα δικά μου τουλάχιστον μάτια είναι σημαντικό. Ο Μαρκόπουλος εμπνέει σεβασμό και αγωνιστική πειθαρχία. Μετά από τόσα χρόνια στα γήπεδα ξέρει πια πώς να απευθυνθεί στον κάθε παίχτη, πώς να τον πλησιάσει, πώς να του μιλήσει, πώς να του εξηγήσει τι ζητάει από αυτόν. Δύναμη του η απόλυτα δυναμική του ηρεμία. Τον θυμάμαι πάντα να ελέγχει τις αντιδράσεις του, πάντα να είναι κύριος, πάντα να προστατεύει τους παίχτες του και δε θυμάμαι να έχω διαβάσει, τόσα πολλά χρόνια στα γήπεδα, για αντίδραση παίχτη εναντίον του, είτε λεκτική είτε άλλου είδους. Πείτε μου, πόσο το χρειάζεται αυτό ο ΟΣΦΠ? Ακόμα και αυτό το φάντασμα της κατάρας του ΟΑΚΑ που θόλωνε τη σκέψη και δυναμίτιζε τις αντιδράσεις του Μπαρτζώκα και κατ επέκταση των παιχτών του, μήπως, αναρωτιέμαι, δε χρειάζεται ως αντίδοτο φανατισμένους πολέμιους των αντιπάλων, εμψυχωτές της κερκίδας ή διαπρύσιους λόγους για την ανίκητη Ολυμπιακή ψυχή, αλλά μια ψύχραιμη, αποφασιστική και ήρεμη διαχείριση? Μπορεί να κάνω και λάθος.
Έχω μια αίσθηση ότι ο ΟΣΦΠ χρειάζεται και κάποιον που θα μπορέσει όχι μόνο να αξιοποιήσει αγωνιστικά τον αρχηγό του, αλλά και θα του θέσει τα όρια μέσα στα οποία θα κινηθεί. Ο Σπανούλης είναι εκ φύσεως ανταγωνιστικός, αρχηγικός, αυτό φαίνεται. Έχω μια αίσθηση –φυσιογνωμικά αν θέλετε όχι βασιζόμενος στα εν πολλοίς ιντριγκαδόρικα δημοσιεύματα των εφημερίδων- ότι συχνά πυκνά μπορεί να «ξεπερνά» τον συγκεκριμένο ρόλο του εντός των παρκέ και να ασχολείται και με άλλα πράγματα, που έχουν να κάνουν με την ομάδα. Νομίζω από τη μεγάλη του επιθυμία να βοηθήσει, να αναλάβει ευθύνες και αισθανόμενος το ρόλο του αρχηγού. Δεν ξέρω αν και κατά πόσο αυτό τον φθείρει εντός και εκτός ομάδος ή τον αποπροσανατολίζει. Ξέρω ότι παρουσία κανονικού προπονητή που ελέγχει την ομάδα του –δες Ντούντα, δες Ζοτς, δες Πασκουάλ- αυτά τα φαινόμενα συνήθως εκλείπουν. Δημοκρατία του ενός. Η γνώμη μου είναι ότι με τον Τόμιτς, ο Σπανούλης θα ζητήσει –γιατι θα νιώθει να το κάνει- όλο και περισσότερες ευθύνες αγωνιστικά, και ίσως μη, και αυτό είναι έως άδικο για έναν από τους καλύτερους παίχτες και μεγαλύτερους νικητές της περιόδου που διανύουμε. Χρειάζεται να προστατευθεί με το να μπούνε τα όχι πάντα ευδιάκριτα όρια. Νομίζω ότι ο πράος Σούλης αυτό μπορεί να το επιτύχει πιο γρήγορα και άμεσα από οποιονδήποτε άλλο.
Δεν ξέρω αν τελικά θα ευοδωθεί η μεταγραφή. Μακάρι. Γιατί το αξίζει ο Μαρκόπουλος, γιατί είναι μια ευκαιρία που έχει κερδίσει και γιατί νομίζω ότι ο ΟΣΦΠ θα ωφεληθεί πάρα πολύ από την παρουσία του στο τιμόνι της ομάδος του. Και νομίζω ότι και ο Πρέλεβιτς και ο Σταυρόπουλος το ξέρουν και το αναγνωρίζουν αυτό, εξ ου και εξ αρχής δεν είχαν αντίρρηση για τη μετακίνηση. Στην Ελλάδα όμως, οι οπαδοί ακόμα κάνουν κουμάντο. Και δυστυχώς με τη συμπεριφορά τους να απαξιώνουν ακόμα και ανθρώπους, στους οποίους χρωστάνε.
Άκου τον Τομιτς...
1 σχόλια:
Τρομερά υποτιμημένος προπονητής ο Σούλης. Γνώστης, παθιασμένος, έμπειρος, συμπαθής από φίλους και εχθρούς. Υπήρχαν χρονιές στον ΠΑΟΚ που έκανε τρομερή δουλειά.
Δημοσίευση σχολίου