RSS

Η ιστορία μιας αράχνης

Αν μην τι άλλο το ελληνικό μπάσκετ τα τελευταία 25 τουλάχιστον χρόνια απεδείχθη πολύ πλούσιο όσον αφορά την παραγωγή πρωταγωνιστών, ήτοι παιχτών που η καριέρα τους ήταν τόσο μεγάλη που σημάδεψαν εποχές ολόκληρες. Σε όποια χρονιά -για να μην πω δεκαετία- και αν ανατρέξει κανείς, μπορεί να βρει παίχτες που άφησαν το στίγμα τους, που χάρισαν πολλές και αξέχαστες στιγμές στο ελληνικό μπασκετόφιλο κοινό συνοδευόμενες από τρόπαια, συγκινήσεις και προσωπικές διακρίσεις. Μόλις πρόσφατα αναρωτιόμουν ποιανού παίχτη, παλαιοτέρων χρόνων, η καριέρα θα είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον αν γυριζόταν ταινία χωρίς αυτή να περιορίζεται αυστηρά και μόνο στα αθλητικά πεπραγμένα αλλά και παράλληλα και στα όποια εξωαγωνιστικά και η απάντηση προέκυψε σχεδόν αβίαστα. Αν εξαιρέσουμε ίσως το πέπλο μυστηρίου που καλύπτει τις μέχρι σήμερα μάλλον άγνωστες πτυχές της αποχώρησης του μεγάλου Νικ, η ιστορία του -για πολλά χρόνια- αντίπαλου δέους του ίσως είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και ιντριγκαδόρικες με τις οποίες μπορεί κανείς να καταπιαστεί. Η ιστορία της αράχνης λοιπόν....

Άμα τη εμφανίσει του ο Παναγιώτης Φασούλας αμέσως προσείλκυσε το ενδιαφέρον όλων όσων ασχολούνταν τότε με το ελληνικό μπάσκετ, καθώς στο ύψος του διέκριναν αμέσως τον επόμενο μεγάλο ψηλό και διάδοχο του παλιότερου Τρόντζου και νεότερου Κοκολάκη. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι τη δεκαετία του ΄80 που εμφανίστηκε η "αράχνη" οι ψηλοί γηγενείς παίχτες ήταν μάλλον είδος προς εξαφάνιση παρά κάτι συνηθισμένο. Γιος στρατιωτικού σε κάποια του συνέντευξη ανέφερε ότι τα εφηβικά του χρόνια τα πέρασε σε διάφορα μέρη της Ελλάδος λόγω των συχνών μετακινήσεων του πατέρα του. Το σαράκι του μπάσκετ μάλλον προέκυψε "εξ αγχιστείας" καθώς εκεί γύρω στα 15 του άρχισε να ψηλώνει απότομα ξεπερνώντας τα 2,10 ώσπου να φτάσει τα 2,13, νούμερο που για πολλά χρόνια τον συνόδευε σε κάθε του αθλητική εμφάνιση. Δεν είχε κάποιο έμφυτο ταλέντο ο Πάνι ούτε γεννήθηκε με μια μπάλα στα χέρια, αντιθέτως τα χρόνια εκείνα το τσιγάρο, το μπιλιάρδο και η βόλτα με τους φίλους έδιναν και έπαιρναν. Σε ηλικία 16 ετών, το 1979 εγγράφεται στον ΠΑΟΚ στον οποίο έμελλε να μείνει ως τις αρχές της δεκαετίας του '90 και για σχεδόν 15 ολόκληρα χρόνια.

Οι πρώτες αναφορές δεν είναι ιδιαιτέρως κολακευτικές καθώς κάνουν λόγο για έναν ψηλό και άχαρο παίχτη, χωρίς καμιά πλαστικότητα στις κινήσεις του, χωρίς γνώση των βασικών, αδύναμο στον κορμό του, ξερακιανό και χωρίς ιδιαίτερη έφεση σε κάποιον τομέα του παιχνιδιού. Παρόλα αυτά το κοφτερό του μυαλό, αλλά και οι προπονητές που τον δούλεψαν, τον βοήθησαν σιγά σιγά να αρχίσει να καταλαβαίνει πώς μπορεί να αξιοποιήσει τα φυσικά του προσόντα ώστε να γίνει ένα πολύτιμο στέλεχος της ομάδος του. Χρόνο με το χρόνο τα λεπτά του άρχισαν να γίνονται περισσότερα σε κάθε αγώνα, ενώ το όνομά του ακουγόταν όλο και περισσότερο ώς ένας ψηλός με μεγάλη έφεση στα κοψίματα και στη συλλογή ριμπάουντ. Δυστυχώς εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε καν στατιστική υπηρεσία οργανωμένη προκειμένου να κρατιούνται τα σχετικά στατιστικά, εντούτοις αξιόπιστες αναφορές κυρίως από δημοσιογράφους της εποχής αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι "η τάπα πήγαινε σύννεφο". Το γεγονός ότι από την τρυφερή ηλικία των 16 άρχισε να αποκτά ενεργό ρόλο στην ομάδα του βοήθησε τον Φασούλα να αποκτήσει εμπειρίες, να εμπλουτίσει τις αγωνιστικές του παραστάσεις και κυρίως να "κατακτήσει" και να οικειοποιηθεί κάποια κομμάτια του παιχνιδιού του μπάσκετ ως δικά του, ακόμα και αν εκείνες τις εποχές δεν αναγνωρίζονταν τόσο, όπως είναι το βάθος που έδινε στην άμυνα, τα κοψίματα και οι αλλοιώσεις των σουτ και τα ριμπάουντ. Στοιχεία που βοήθησαν την ομάδα του στον τελικό Κυπέλλου του 1984 εναντίον του Άρη, όταν και ο τότε προπονητής του Φ. Ματθαίου πρόετρεψε τους παίχτες του να κουρευτούν γουλί προκειμένου να τους τονώσει την ψυχολογία και την αυτοπεποίθησή τους, κόλπο που έπιασε καθώς ο Πάνι σηκώνει το πρώτο του τρόπαιο ως Κυπελλούχος Ελλάδος.

Αυτά ήταν ο βασικός, μπασκετικός λόγος, που για μια χρονιά έφυγε και πήγε στην Αμερική, στο διάσημο North Carolina State προκειμένου να συνδυάσει το μπάσκετ μαζί με τις σπουδές. Όταν γύρισε πίσω, όσοι τον γνώριζαν έλεγαν ότι η βελτίωση ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής καθώς πλέον είχε αποκτήσει και κάποιες βασικές επιθετικές κινήσεις με τις οποίες μπορούσε να απειλήσει το αντίπαλο καλάθι. Και όχι μόνο αυτό αλλά η έκπληξη ήρθε με την επιλογή του από την ομάδα του Ντρέξλερ στο νούμερο 37 στο δεύτερο γύρο του ντραφτ του 1986. Επαναλαμβάνω, το 1986, εποχές που δεν είχαμε καν οπτική επαφή με την άλλη άκρη του Ατλαντικού και το τι γινόταν εκεί, ένας Έλληνας παίχτης, χωρίς κανένα ουσιαστικό παράσημο στο ενεργητικό και στην καριέρα του επελέγη από μια ομάδα του NBA. Σε εποχές που μια τέτοια επιλογή Ευρωπαίου παίχτη από αμερικάνικη όμαδα αποτελούσε όχι απλώς όνειρο μακρινό αλλά και σχεδόν απραγματοποίητο!!! Αν θυμάμαι σωστά, σε έρευνα του ΤΡΙΠΟΝΤΟΥ που έγινε από τον τότε γνώστη του NBA, Κώστα Παπαδακη, οι Αμερικανοί είδαν στο πρόσωπό του μια αξιοποιήσιμη πρώτη ύλη κυρίως ως προς τα φυσικά του προσόντα.

 Από την επιστροφή του και μετά, ο Φασούλας ήταν βασικός και αναντικατάστατος σέντερ του ΠΑΟΚ, ο παίχτης από τον οποίο ξεκινούσε ο εκάστοτε προπονητής την πεντάδα του. Όλα αυτά τα χρόνια ο Φασούλας έπινε το πικρό ποτήρι που του σέρβιραν οι Γκάλης-Γιαννάκης κερδίζοντας σχεδόν κάθε χρόνο το νταμπλ και κάνοντας θριαμβευτικές πορείες στην Ευρώπη. Όλα αυτά τα χρόνια ο ΑΡΗΣ ήταν ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης και η ομάδα του Πάνι ο κλητήρας. Όλα αυτά τα χρόνια πάλευε με τον Γουίλτζερ, με τον Βράνκοβιτς, έβγαινε σε βοήθεια του Κόρφα στο μαρκάρισμα του Νικ, πηδούσε για κάθε ριμπάουντ και κόψιμο, αλλά τελικά η δεύτερη θέση ήταν το ταβάνι του και η ετήσια απογοήτευσή του όλο και μεγαλύτερη. Είχε την τύχη εκείνα τα χρόνια να συνεργαστεί όχι μόνο με εξαιρετικούς προπονητές (Ροδόπουλος-Νιούμαν-Ίβκοβιτς) αλλά και μερικούς από τους καλύτερους παίχτες στη σύγχρονη ιστορία του δικέφαλου, όπως οι Κόρφας-Πρέλεβιτς-Μπάρλοου-Μάικ Τζόουνς, παρόλο αυτά σιγά σιγά στη συμπρωτεύουσα είχε αρχίσει να υφαίνεται ο ιστός της γκρίνιας σχετικά με το winning spirit της ομάδος και φυσικά του ίδιου του Φασούλα. Το αντίπαλο δέος κατάφερνε, ακόμα και όταν όλα ήταν εναντίον του, να κερδίζει στο νήμα κάθε μάχη κρατώντας τα πρωτεία και στην πόλη αλλά και στο ελληνικό μπάσκετ.

Ο ιστός της αράχνης κατάφερε αρκετά αργότερα, το 1991, να παγιδεύσει τον πρώτο Ευρωπαϊκό τίτλο κερδίζοντας τη Σαραγόσα, του Κέβιν Μαγκί νομίζω, με 76-72 αν θυμάμαι σωστά με προπονητή τον Ντράγκαν Σάκοτα σε έναν τελικό όπου οι δύο βασικοί ψηλοί Φασούλας και Μπάρλοου είχαν αποβληθεί με 5 φάουλ και ο Σάκοτα έχρισε ως βασικούς σέντερ τους Παπαχρόνη και Μακαρά!!! Τα πρώτα θεμέλια φάνηκε ότι είχαν μπει για τα καλά καθώς την επόμενη χρονιά υπό τις οδηγίες του Ντούντα ο ΠΑΟΚ καταφέρνει και κερδίζει το πρώτο του πρωτάθλημα έπειτα από 33 ολόκληρα χρόνια με αντίπαλο τον ΟΣΦΠ του Ιωαννίδη με 4-1 νίκες. Όλοι θα περίμεναν ότι πλέον άρχιζε μια νέα εποχή με τον ΠΑΟΚ ως πρωταγωνιστή και τον αρχηγό του ως το σημείο αναφοράς για τα επόμενα χρόνια. Εξάλλου ήταν μόλις 28 ετών, ήτοι στην καλύτερη στιγμή της καριέρας του να παίξει το πιο ώριμο μπάσκετ της ζωής του. Και όμως, η χρονιά αυτή έμελλε να είναι σημαδιακή για τον Φασούλα αλλά όχι για την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Στον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου στον οποίο συμμετείχε για δεύτερη σερί χρονιά ο ΠΑΟΚ κάνει το μοιραίο λάθος στα τελευταία δευτερόλεπτα, ο Μάικ Μπράουν του κλέβει τη μπάλα και μαζί η Ρεάλ το κύπελλο από τον ΠΑΟΚ, ενώ ο Πρέλεβιτς είναι πεσμένος στο παρκέ με τα χέρια στο πρόσωπο να κλαίει. Και δεν ήταν μόνο αυτό. Τα χνώτα του εκείνη τη χρονιά δεν ταίριαξαν καθόλου με του Ντούντα, καθώς ο Φασούλας, φύσει εκδηλωτικός και δυναμικός ως χαρακτήρας, ένιωθε ότι ο αγωνιστικός του ρόλος στην ομάδα μειωνόταν συνεχώς.

Η αλήθεια ήταν ότι η επόμενη σαιζόν βρήκε τη σχέση των δύο αντρών να είναι σε τεντωμένο σχοινί καθώς η έλευση του Λέβινγκστον και η απόκτηση του τότε φέρελπι, πρώην ακοντιστή, Χρήστου Τσέκου δεν άρεσε στον Πάνι. Η ομάδα πήγαινε τρένο αλλά ο τρόπος παιχνιδιού της με τα πολλά σκριν που είχε βάλει ο Ντούντα και την αξιοποίηση των Μπάρλοου-Κλιφ συχνά έβγαζε εκτός ρόλου τον Πάνι, ο οποίος δεν άντεξε και σε ερώτηση του Σκουντή μετά από μια ήττα στο Πο, είπε το θρυλικο "Ρωτήστε τον σοφό" εξηγώντας αργότερα ότι, κατά τη γνώμη του, ο Ντούντα του ζητούσε να κάνει τον τροχονόμο στην κορυφή της ρακέτας σκρινάροντας συνεχώς για τους κοντούς της ομάδος. Από την άλλη ο Ίβκοβιτς άφησε να εννοηθεί ότι η απώλεια του Τσέκου, λόγω τρακαρίσματος του αυτοκινήτου του, στον ημιτελικό με την Μπενετόν ήταν εξαιρετικής σημασίας καθώς μόνο αυτός μπορούσε να "ματσάρει" τον Ρουσκόνι, ο οποίος παρόλο που τρώει 1-2 τάπες από τον Φασούλα, τον βάζει στα καλάθια. Το κλίμα στη Θεσσαλονίκη αρχίζει σιγά σιγά να γίνεται βαρύ για τον αρχηγό του ΠΑΟΚ, ιδίως μετά την απώλεια του πρωταθλήματος από τον ΟΣΦΠ, αλλά ακόμα και έτσι κανείς δεν μπορεί να φανταστεί αυτό που θα γινόταν το επόμενο καλοκαίρι.

Κανείς δεν ξέρει τις ακριβείς λεπτομέρεις παρόλα τα πάμπολλα ρεπορτάζ και τα αφιερώματα που έγιναν εκείνη την εποχή. Το ζήτησε ο ίδιος ο Φασούλας να φύγει? Του πρότεινει λιγότερα χρήματα η διοίκηση? Του έδιναν πολλά περισσότερα οι αιώνιοι -ο Παβλίσεβιτς αρνήθηκε τη μεταγραφή στον ΠΑΟ ελέω Βράνκοβιτς-? Όπως και να έχει εκείνο το καλοκαίρι του 1993 ο Πάνι βάζει τέλος σε μια σχέση 15 ετών και κατηφορίζει στον Πειραιά για να παίξει μπάσκετ υπό τις οδηγίες του Ιωαννίδη, του ανθρώπου που του στερούσε όλα αυτά τα χρόνια τους τίτλους. Σχόλια, κατηγορίες αναθέματα,απειλές και άλλα πολλά η σχεδόν απαραίτητη γαρνιτούρα όταν η είδηση επιβεβαίωθηκε και ο Φασούλας γίνεται persona non grata στην αγαπημένη του πόλη!! Οι κακές σχέσεις του με τον Ίβκοβις αποδεικνύονται άλλη μια φορά με τον Ντούντα να θεωρεί ότι ο Φασούλας κατά τη διάρκεια των τελικών εναντίον του Ολυμπιακού είχε ήδη αποκαλύψει τα επιθετικά σχέδια της ομάδος του -- με έμφαση στο p&r- στον μετέπειτα προπονητή του!!! Στο λιμάνι ο κόσμος είναι μουδιασμένος καθώς τότε τέτοιες κινήσεις δεν ήταν πολύ συνηθισμένες. Και όμως, ίσως αυτή η μεταφραφή να ήταν, από καθαρά μπασκετική άποψη, η πιο σωστή κίνηση που έκανε ο Πάνι στην καριέρα του. Φεύγει αφήνοντας το όνομά του πρώτο σε πάμπολλες κατηγορίες της ομάδος του (πόντους-συμμετοχές-ριμπάουντ) μέχρι και τα σήμερα.

Πήγε σε μια καινούρια ομάδα, με μεγάλη δυναμική και όρεξη, με πολύ κόσμο και με το δίπολο προπονητή-προέδρου να λειτουργεί αρμονικά. Ο Ιωαννίδης ανέκαθεν ήθελε η ομάδα του να παίζει με τους ψηλούς του και δούλεψε πολύ με τον μέχρι πρότινος αντίπαλο του. Ο Φασούλας στα χρόνια του στον ΟΣΦΠ επιδεικνύει μια αξιοπρόσεκτη βελτίωση και σε άμυνα και σε επίθεση. Δυναμώνει το κορμί του για να κοντράρεται με τους αντιπάλους, δεν τρώει εύκολα τις προσποιήσεις, αποφεύγει τα φάουλ, μάχεται και για τα επιθετικά ριμπάουντ, ενώ πλέον έχει ενεργό ρόλο και στην επίθεση όπου είναι σημαντικός παράγοντας. Στη θέση του ψηλόλιγνου και ελαφρώς άχαρου μακρυμάλλη σέντερ, εμφανίζεται ένας πιο ώριμος παίχτης, με κοντό μαλλί, που μπορεί να ρολάρει στην πλάτη του αντιπάλου, να περάσει κάτω από το καλάθι και να αφήσει τη μπάλα γλυκά, που χρησιμοποιεί το sky-hook από τα 2-3 μέτρα, που θα σουτάρεια από την κορυφή με πρόσωπο και θα τρέξει στον αιφνιδιασμό για να καρφώσει σε καταστάσεις transition. Κυρίως χρεώνεται όλη την αμυντική ισορροπία του ΟΣΦΠ καθώς άπαντες πιέζουν τις πρώτες πάσες μέχρι και έξω από το τρίποντο χωρίς να φοβούνται οποιαδήποτε διείσδυση λόγω της παρουσίας του Πάνι που σε κάθε ματς είναι ο αμυντικός σύρτης στη δεύτερη γραμμή άμυνας.

Παίζει δίπλα στον Τάρλατς, στον Πάσπαλιε και τον Τάρπλεϋ και μαζί τους δημιουργεί μια ομάδα φόβητρο στην Ευρώπη καθώς σχεδόν κανείς δεν τολμάει να πατήσει μέσα στην αντίπαλη ρακέτα, ενώ ο ΟΣΦΠ πηγαίνει τρένο να κατακτήσει την κορυφή της Ευρώπης ως αδιαφιλονίκητο φαβορί. Ο Πάνι ευχαριστιέται το μπάσκετ και δεν το κρύβει καθώς η βελτίωσή του είναι αξιοσημείωτη και συχνά ακούγονται εγκωμιαστικά σχόλια ακόμα και από τον φειδωλό σε τέτοιες εκδηλώσεις ξανθό. Η ζωή όμως συχνά παίζει πολύ περίεργα παιχνίδια, καθώς την κορυφή της Ευρώπης ο Φασούλας ήταν γραφτό να την κατακτήσει με προπονητή τον μέχρι εκείνη τη χρονιά μισητό Ίβκοβιτς!!!! Και όμως και οι δύο βάζουν τον συναισθηματισμό στην άκρη, λειτουργούν ως επαγγελματίες και με το απίστευτο 3μηνο φίνις της χρονιάς του 1997 ο Φασούλας είναι επιτέλους και πρωταθλητής Ευρώπης σε συλλογικό επίπεδο στον τελικό εναντίον της Μπαρτσελόνα στη Ρώμη!!! Προηγουμένως έχει πάρει 4 σερί πρωταθλήματα και 2 κύπελλα φτάνοντας συνολικά τους 8 εγχώριους τίτλους και πλέον μπαίνει στο πάνθεον ως πολυνίκης. Το άγουρο και αμούστακο νεαρό παλικάρι από τα Γρεβενά που εμφανίστηκε σε μια προπόνηση της ομάδος του ΠΑΟΚ με τζιν(!!!!!) είχε πια κατακτήσει τίτλους που ίσως να μην ονειρευόταν καν. Έπαιξε μπάσκετ για άλλα δύο χρόνια χωρίς να κατακτήσει άλλους τίτλους βιώνοντας το 0/6 των δύο επόμενων ομάδων που σχεδίασε ο Ντούντα και αποσύρθηκε σε ηλικία 35-36 ετών δηλώνοντας ότι συνολικά στη ζωή του έχει παίξει μπάσκετ για δύο σερί βδομάδες ασταμάτητα μέρα νύχτα!!! Στα τέλη της δεκαετίας του '90 και όταν ο ΟΣΦΠ παρέπαιε έκανε μια προσπάθεια να επανέλθει αρχίζοντας πάλι προπονήσεις, αλλά τελικά ποτέ δεν καρποφόρησε.

Στην Εθνική μας ομάδα ο Πάνι ήταν πάντα παρών!!!! Έγραψε σχεδόν 250 συμμετοχές με κοντά 10 πόντους ανά αγώνα και αποτελούσε για χρόνια την κολώνα μας τόσο πριν το 1987 όσο και για αρκετά χρόνια μετά. Η αίσθησή μου μάλιστα είναι ότι με τη γαλανόλευκη έπαιζε πάντα καλύτερα από ότι με τις ομάδες του ίσως γιατί οι ομοσπονδιακοί προπονητές του έδιναν μεγαλύτερη ελευθερία ή γιατί.... την έπαιρνε και μόνος του!!! Παρόλο που δε φαινόταν ιδιαίτερα στις εκφράσεις του, νομίζω ότι πραγματικά γουσταρε να παίζει με τον Εθνόσημο στη φανέλα, όχι γιατί το είχε τόσο πατριωτικά όσο ο Γιαννάκης, αλλά γιατί το κλίμα της ομάδος, οι παίχτες, το βάρος της φανέλας τον ενέπνεαν να παίζει μπάσκετ. Σωματοφύλακας του Νικ για πολλά χρόνια συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες και μετά την αποχώρηση του τελευταίου παίζοντας μαζί και με τον -θεωρητικώς πάντα- διάδοχό του Ρεντζιά το 1995.

Με την Εθνική μας ομάδα ο Φασούλας πήρε ένα από τα μεγαλύτερα ρίσκα της αθλητικής του ζωής με την περιπέτεια στο Παγκόσμιο του 1994, όταν και εγκατέλειψε την ομάδα για μερικές μέρες κατά την προετοιμασία της -παρόλες τις αντιρρήσεις και αρνήσεις του Κιουμορτζόγλου- προκειμένου να πεταχτεί μέχρι τη Νέα Υόρκη για να ρυθμίσει προσωπικές του δουλειές, την αγορά ακινήτου αν θυμάμαι καλά. Συνεπεία αυτού ο προπονητής μας να παραιτηθεί, η ομοσπονδία να καλύψει τον παίχτη και να αφήσει έκθετο τον κόουτς, ο βοηθός Δενδρινός ανέλαβε και ο Φασούλας να κάνει το τουρνούα της ζωής του φέρνοντας μαζί με Γιαννάκη και Φάνη την ομάδα μας στην συνήθη 4η θέση. Μετά το πέρας της διοργάνωσης μάλιστα σε συνέντευξη αποκάλυψε ότι είχε βάλει προσωπικό του στοίχημα με τον εαυτό του να φέρει την ομάδα στην 4άδα καθώς σε περίπτωση αποτυχίας ΟΛΟΙ πίσω στην Ελλάδα τον περίμεναν στην γωνία. Για αυτό εξάλλου και μετά το τελευταίο του κάρφωμα εναντίον του Καναδά που σφραγίζει την είσοδο της Εθνικής στην 4άδα ξεσπάει πανηγυρίζοντας και καπνίζοντας πούρα μάζί με τον κολλητό του. Όπου κολλητός βάλτε τον Φάνη από τον οποίο είχε ζητήσει να τον βοηθήσει για να γλυτώσει το λιντσάρισμα που τον περίμενε πίσω και ο χοντρός με το ράθυμο ύφος του απάντησε "Μην ανησύχείς, θα καθαρίσω εγώ".  

Αυτός είναι η αράχνη του Ελληνικού μας μπάσκετ. Δυναμική προσωπικότατα που δεν έμεινε μόνο στα πεπραγμένα εντός γηπέδου αλλά πρωτοστάτησε και στην οργάνωση και συγκρότηση του ΠΣΑΚ του οποίου ήταν και πρόεδρος για σχεδόν μια δεκαετία με σκοπό να προστατεύσει τα συμφέροντα των Ελλήνων καλαθοσφαιριστών. Εξάλλου η συνδυκαλιστική του δράση ήταν γνωστή και στα πρώτα του χρόνια ως μέλος της ΚΝΕ αλλά και φυσικά πολύ αργότερα όταν εισήλθε στον πολιτικό στίβο εκλεγόμενος ως δημοτικός σύμβουλος και φτάντοντας να είναι δήμαρχος Πειραιά. Θα κλείσω με ένα στιγμιότυπο που θυμάμαι να έχω διαβάσει στο ΤΡΙΠΟΝΤΟ αρχές της δεκαετίας του '80 όταν και οι παίχτες συζητούσαν να κάνουν απεργία και συναντήθηκαν με τον Τσοχατζόπουλο, Υπουργό της κυβέρνησης εκείνα τα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της κουβέντας του Υπουργού με τον Φασούλα, ο τελευταίος του είπε ότι δε θα κατέβαινε να παίξει ούτε αυτός ούτε οι λοιποί παίχτες γιατί ήταν τραυματίες και όταν ρωτήθηκε πού ακριβώς πονάει, μια χαρακτηριστική κίνηση μπροστά στον Άκη έξειξε και τους δύο προσαγωγούς τους!!!

Αμφιλεγόμενος, νικητής, συγκρουσιακός, ψηλός, άχαρος, με χαίτη ή χωρίς, με το στόμα συνήθως στραβωμένο να βρίζει ή να διαμαρτύρεται, με τα λόγια που ψιθύριζε πριν εκτελέσει βολές με τη φανέλα του Ολυμπιακού, έχοντας μπλοκάρει τα σουτ όλου σχεδόν του τότε γνωστού μπασκετικού κόσμο, με την καμπούρα να γυρίζει στην άμυνα, τα πούρα του και αστεία του με τον Φιλίππου στην Εθνική, η "αράχνη" του Ελληνικού μπάσκετ όλα αυτά τα χρόνια έπλεξε στον ιστό της αμέτρητα στιγμιότυτα, ιστορίες, πόντους, κοψίματα, δηλώσεις και μια καριέρα άξια να γυριστεί σε ταινία. 

  • Digg
  • Del.icio.us
  • StumbleUpon
  • Reddit
  • RSS

4 σχόλια:

keith είπε...

Ίσως η πιο αλλοπρόσαλλη και απρόβλεπτη περίπτωση καλαθοσφαιριστή και χαρακτήρα.Εκεί που τον έλεγες μονοδιάστατο έκανε δυο κινήσεις επιθετικές και σε τρέλαινε.Εκεί που τον έλεγες άχαρο και μαλθακό έκανε δυο καρφώματα και δυο τάπες και άλλαζε τη ροή ενός ματς.Εκεί που τον έλεγες λούζερ μάζευε μετά ότι τίτλο υπήρχε μπροστά του.Εκεί που ήταν παοκτζής έγινε καραγάβρος.Εκεί που ήταν ο πιο δημοφιλής σαλονικιός έγινε δήμαρχος Πειραιά.Εκεί που ήταν κομμουνιστής προέκυψε εκσυγχρονιστής.
Από την "ιερή τετράδα" του μπάσκετ βρίστηκε και μισήθηκε περισσότερο από όλους.
Για εμένα είναι το σύμβολο της νοοτροπίας μιας ολόκληρης εποχής Ελλήνων.Ο ταλαντούχος,ο τεμπελάκος,ο ανάδελφος,ο συνδικαλιστής,ο προδότης,ο πρωταθλητής,ο εξουσιαστής.
Καλή χρονιά σε όλους τους πορτοκαλολάγνους!

stratos kalantzis είπε...

@keith: Πραγματικά πολύ εύστοχο ό,τι έγραψες, συμφωνώ και επαυξάνω!!!

Panagos είπε...

Σωστός ο Κιθ!!!

Gotham City είπε...

Θρυλικές οι μονομαχίες του με τον Βράνκοβιτς..

Δημοσίευση σχολίου